Το Αίγιο βρίσκεται βόρεια της Πελοποννήσου και αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του νομού Αχαΐας και πρωτεύουσα της επαρχίας της Αιγιαλείας. Απλώνεται στις όμορφες ακτές του Κορινθιακού κόλπου ενώ είναι χτισμένο σε λόφο ύψους 60 μέτρων. Είναι χτισμένο αμφιθεατρικά και έχει περίπου 30.000 μόνιμους κατοίκους. Η τοποθεσία του είναι ιδανική αφού απέχει 39 χλμ από την Πάτρα και 175 χλμ. από την Αθήνα, βρέχεται από μερικές από τις ωραιότερες παραλίες της Πελοποννήσου και έχει σε απόσταση αναπνοής τα Καλάβρυτα αλλά και την ορεινή Κορινθία, δημοφιλείς χειμερινούς προορισμούς.
Το Αίγιο χτίστηκε από τους Πελασγούς, αργότερα εγκαταστάθηκαν εκεί οι Ίωνες και στη συνέχεια το κατέλαβαν οι Αχαιοί. Υπήρξε το κέντρο ιστορικών και πολιτιστικών γεγονότων υπερέχοντας από τις υπόλοιπες Αχαϊκές πόλεις. Σε απόσταση 7,5 χλμ περίπου από το Αίγιο βρίσκεται και η περιβόητη αρχαία Ελίκη, η – μέχρι την πρόσφατη ανακάλυψη του ναού του Ελικώνιου Ποσειδώνα – πόλη φάντασμα που βυθίστηκε ολόκληρη από έναν καταστροφικό σεισμό το 373 π.Χ. Μετά την καταστροφή της Ελίκης το Αίγιο έγινε το κέντρο της Αχαϊκής Συμπολιτείας ενώ αρκετά χρόνια αργότερα, στο Αίγιο συνήρθε η Πανελλήνια Συνέλευση που αποφάσισε την περίφημη Τρωική εκστρατεία. Το 146 π.Χ η πόλη κυριεύτηκε από τους Ρωμαίους ενώ η μετέπειτα ιστορία περιγράφει πολλούς κατακτητές και εισβολείς. Στη διάρκεια της Βυζαντινής περιόδου το Αίγιο κατέλαβαν οι Σλάβοι οι οποίοι και το μετονόμασαν σε “Βοστίτσα”. Το σημαντικό είναι όμως ότι μέσα στα χρόνια ποτέ δεν έχασε τη σημαντικότητά του και συνέχισε να αναπτύσσεται.
Πιο αναλυτικά, κατά το 12ο π.Χ. αιώνα έγινε μετακίνηση των Αχαιών από τη Λακωνία στη Βόρειο Πελοπόννησο. Οι Αχαιοί έδιωξαν τούς Ίωνες και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή δίνοντάς της το όνομά τους – Αχαΐα. Περί το 800 π.Χ. ίδρυσαν 12 πόλεις, την περίφημη Δωδεκάπολη της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Οι πόλεις αυτές συνδέθηκαν μεταξύ τους με το δεσμό της Αμφικτιονικής ιδέας και, στην πρώτη αυτή Αχαϊκή Συμπολιτεία κατά το 400 π.Χ., στο Αίγιο συνερχόταν και λειτουργούσε η Βουλή της Συμπολιτείας, όπως μας πληροφορεί η επιγραφή που βρέθηκε στα Ψηλά Αλώνια και την δημοσίευσε ο Σουηδός αρχαιολόγος καθηγητής Πώλ Όστρομ.
Στη μάχη της Χαιρώνειας, το 338 πΧ., οι Αχαϊκές πόλεις είχαν συμπαραταχτεί στο αντιμακεδονικό στρατόπεδο. Μετά την ήττα τους, οι πόλεις της Αχαΐας πήραν μέρος στο Συνέδριο της Κορίνθου. Το 330 π.Χ. ξαναβρέθηκαν στην αντιμακεδονική συμμαχία, που οργάνωσε η Σπάρτη κατά του Αντιγόνου και πήραν μέρος στη Μάχη της Μεγαλόπολης όπου νίκησαν και πάλι οι Μακεδόνες. Μετά την ήττα αυτή, ο Αντίπατρος κατάργησε τη Συμπολιτεία και εγκατέστησε ισχυρή μακεδονική φρουρά σε κάθε πόλη. Μακεδονική φρουρά εγκαταστάθηκε και στο Αίγιο.
Κατά τη βυζαντινή περίοδο το Αίγιο έπεσε σε αφάνεια. Οι βαρβαρικές ορδές που θα εισβάλουν κατά διαστήματα στον ελλαδικό χώρο θα καταστρέψουν επανειλημμένως την πόλη. Διοικητικά το Αίγιο αποτελούσε υποδιοίκηση του θέματος Πελοποννήσου. Υπήρχε όμως και λειτουργούσε και η τοπική αυτοδιοίκηση με την εκλογή αρχόντων από το λαό. Τα χρόνια μετά τον τρίτο αιώνα το Αίγιο σχεδόν χάνεται από την Ιστορία. Τον 3ο αιώνα μ.Χ. εισβάλουν στην πόλη οι Βησιγότθοι και εξανδραποδίζουν τους κατοίκους.
Στο τέλος Ιανουαρίου (26-30) 1821, στις παραμονές της επαναστάσεως, στο Αίγιο πάλι έγινε η πρώτη επίσημη σύσκεψη των κληρικών και των προεστών του Μοριά για την επανάσταση, η περιβόητη Μυστική Συνέλευση της Βοστίτσας. Η σύσκεψη αυτή, με είδος προέδρου τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και εισηγητή τον Παπαφλέσσα, προβλημάτισε τους ταγούς του έθνους μπροστά στο τρομερό ερώτημα του ξεσηκωμού, παίρνοντας τελικά αποφάσεις που λογάριαζαν και προπαρασκεύασαν στέρεα την Εθνεγερσία.
Ο Ιστορικός του 19ου αιώνα Σπυρίδων Λάμπρος στο “Ιστορικό Λεξικό” του 1880 γράφει ότι το Αίγιον υπήρξεν η πρώτη πόλις, εκ της οποίας, εκραγείσης της Επαναστάσεως, έφυγαν οι Τούρκοι το κατ’ αρχάς έντρομοι.